Η Χαμάς έπεσε στην παγίδα της σιιτικής τρομοκρατικής επιρροής του Ιράν, αιματοκυλώντας το Ισραήλ και καταδικάζοντας σε δυτική απομόνωση τους Παλαιστίνιους.
Η γεωπολιτική δυναμική στο τρίπολο γεωπολιτικών συμφερόντων, της Σαουδικής Αραβίας, του Ιράν, και του Ισραήλ με αουτσάιντερ τις ΗΠΑ αλλάζει για πάντα, ενώ μεσομακροπρόθεσμα οι Παλαιστίνιοι θα είναι ο μεγάλος χαμένος, στον μελλοντικό ορίζοντα διαμόρφωσης της νέας Μέσης Ανατολής. Οι εξελίξεις θα αποτελέσουν ένα πραγματικό τεστ επιβίωσης για τις τρομοκρατικές οργανώσεις Χαμάς και Χεζμπολάχ, αλλά και για το κοινό πλαίσιο δράσης τους.
O απόλυτος αιφνιδιασμός!
7η Οκτωβρίου: Οι κάτοικοι των νότιων περιοχών του Ισραήλ, αλλά και ξένοι πολίτες που βρίσκονταν στην περιοχή για την φετινή περίοδο των φθινοπωρινών αργιών βίωσαν πλέον τη δική τους «11η Σεπτεμβρίου» σε συνδυασμό με ένα αιματηρό αιφνιδιασμό, ο οποίος, υπό την ανάλογη ιστορική κλίμακα θύμιζε την άνανδρη ιαπωνική επίθεση στο Περλ Χάρμπορ.
Η εισβολή των ισλαμιστών τρομοκρατών στο Ισραήλ συνοδεύτηκε για αντιπερισπασμό από εκτοξεύσεις χιλιάδων ρουκετών, αλλά και από την υποτυπώδη αεροκίνηση ενόπλων μέσω μοτοκίνητων αλεξιπτώτων «παρά πέντε». Από την τρομοκρατική επιχείρηση σκοτώθηκαν και τραυματίστηκαν 1.200 και Ισραηλινοί άμαχοι (όπως έχει γίνει γνωστό τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές), ενώ ο αριθμός των Παλαιστινίων που σκοτώθηκαν στη Λωρίδα της Γάζας, αυξήθηκε ραγδαία κατά τις ημέρες που ακολούθησαν.
Οι πληροφορίες ανέφεραν αύξηση του αριθμού των θυμάτων και των τραυματιών και στις δύο πλευρές κατά τη χρονική εξέλιξη των πολεμικών επιχειρήσεων, καθώς η ηγεσία του Ισραήλ την χαρακτήρισε από την πρώτη στιγμή την τρομοκρατική εισβολή ως «πράξη πολέμου».
Πρόκειται για τη μεγαλύτερη πολεμική κλιμάκωση των τελευταίων δεκαετιών, με τη σουνιτική Χαμάς να επιτίθεται κατά συνοριακών φυλακίων, στρατιωτικών εγκαταστάσεων, αλλά και εβραϊκών οικισμών, εκμεταλλευόμενη το κλίμα εφησυχασμού, αλλά και εσωτερικών «αρρυθμιών» στον μηχανισμό ασφάλειας του Ισραήλ, εξαιτίας της μακρόχρονης διαμάχης για τις μεταρρυθμίσεις του συστήματος δικαιοσύνης, αλλά και μιας πετυχημένης παραπλάνησης των εκτιμήσεων, καθώς η ισραηλινή ηγεσία είχε την προσοχή της στραμμένη προς τη Δυτική Όχθη, αναμένοντας την εκδήλωση πολεμικής εξέγερσης στις περιοχές αυτές και όχι στη Γάζα.
-Στην εξέλιξη της κατάστασης έγινε γνωστό ότι η Αίγυπτος είχε πληροφορήσει το Ισραήλ σχετικά με τις πολεμικές πολεμικές προετοιμασίες στη Γάζα τρεις ημέρες πριν, αλλά όπως διαφάνηκε σε πρώτο επίπεδο, οι πληροφορίες αυτές, υποεκτιμήθηκαν από το μηχανισμό των ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών.
Από την άλλη μεριά, οι σχεδιαστές της τρομοκρατικής εισβολής από την πλευρά της Χαμάς, στην προσπάθειά τους να κάνουν πιο δύσκολη μία επιχείρηση βομβαρδισμού της Γάζας, αλλά και μία χερσαία επιχείρηση μεγάλης κλίμακας, προχώρησαν στις συλλήψεις Ισραηλινών στρατιωτικών, στην ομηρία αμάχων εποίκων, αλλά και ξένων πολιτών, ώστε να μεγιστοποιηθεί από πλευράς της διεθνούς κοινής γνώμης, το ζήτημα των ανθρώπινων απωλειών από τη διεξαγωγή πολεμικών επιχειρήσεων μεγάλης κλίμακας.
Γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι είναι αδύνατο να νικήσουν καθοριστικά την αμυντική μηχανή του Ισραήλ, οι τρομοκράτες εφάρμοσαν σε πολλά στάδια τη μεθοδολογία βαρβαρότητας της τρομοκρατικής οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος, προσπαθώντας να επιτύχουν ένα στρατηγικό αντίβαρο πολεμικής τακτικής, απέναντι στην αμυντική ισχύ των Ισραηλινών.
Προς την κατεύθυνση αυτή, η πραγματοποίηση του διεθνούς μουσικού φεστιβάλ ειρήνης (Universo Paralello), ήταν καθοριστική για την επιλογή της ημερομηνίας πραγματοποίησης της τρομοκρατικής επιχείρησης. Ενδεικτικό της διάστασης αυτής, είναι η ανακοίνωση ισραηλινών στρατιωτικών πηγών (10 Οκτωβρίου) ότι οι Αμυντικές Δυνάμεις του Ισραήλ (IDF) είχαν «αδρανοποιήσει» 1500 τρομοκράτες της Χαμάς εντός των εδαφών του Ισραήλ.
H αιματηρή νίκη;
Με βάση λοιπόν τη λογική παραδοχή της Χαμάς ότι είναι αδύνατο να νικήσει την πολεμική μηχανή του Ισραήλ ποια ήταν η πιο πιθανή θεώρηση της νίκης για την ηγεσία της;
1-.Η παρεμπόδιση της εξομάλυνσης των σχέσεων μεταξύ του Ισραήλ και της Σαουδικής Αραβίας ήταν ο πρώτος στόχος γεωπολιτικής διάστασης μέσα στα μυαλά των σχεδιαστών της τρομοκρατικής επιχείρησης υπό την ιδεολογική επιρροή της Τεχεράνης.
Την ημέρα της επίθεσης, το υπουργείο Εξωτερικών της Σαουδικής Αραβίας εξέδωσε ανακοίνωση υπέρ της παλαιστινιακής πλευράς, διαβεβαιώνοντας για την υποστήριξη του Ριάντ προς την κατεύθυνση της λύσης των δύο κρατών στο Παλαιστινιακό Πρόβλημα (ταυτίζοντας τη Χαμάς με τους Παλαιστίνιους). Αμέσως, έγιναν αντιληπτές οι δυσκολίες που προέκυψαν μετά την εισβολή στο Ισραήλ, αναφορικά με τη συνέχιση της διαδικασίας.
Σε επιχειρησιακό επίπεδο έγινε επίσης αντιληπτό, το ενδεχόμενο μιας προσπάθειας του Ιράν να εκμεταλλευτεί την αυξημένη προσοχή του Ισραήλ με επιχειρησιακό επίκεντρο την Λωρίδα της Γάζας, ώστε να διευκολυνθεί η μεταφορά τεχνολογικά εξελιγμένων οπλικών συστημάτων στο Λίβανο και στη Συρία ή ακόμη και για την υλοποίηση σημαντικών βημάτων στο πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης.
Παράλληλα, η ιρανικής επιρροής σιιτική οργάνωση Χεζμπολάχ (Κόμμα του Θεού) που ελέγχει τον Λίβανο, φρόντισε από την πρώτη στιγμή «να απασχολήσει» το Ισραήλ με κλιμάκωση της πολεμικής έντασης στα βόρεια σύνορά του. Το σενάριο αυτό, εμπεριέχει και τη διάσταση ευρύτερων γεωπολιτικών επιπτώσεων, αλλά και κλιμάκωσης των συγκρούσεων σε πολεμικά μέτωπα με δυτικό ενδιαφέρον, ενώ από το βαθμό της υλοποίησής του θα γίνει κατανοητό και το επίπεδο συνεργασίας μεταξύ της Χαμάς και του Ιράν σε διάφορες διαστάσεις μιας επιδιωκόμενης περιφερειακής αποσταθεροποίησης.
2-.Ο επιχειρησιακός πυρήνας υλοποίησης της εισβολής των τρομοκρατών στο Ισραήλ, εμπεριέχει σημαντικά στοιχεία για την ιρανική αντίληψη αναφορικά με την επιδίωξη μιας ήττας της ισραηλινής πολεμικής μηχανής.
Στο σημείο αυτό, γίνεται επίκαιρη μία τοποθέτηση του διοικητή των Επαναστατικών Φρουρών του Ιράν (IRGC) υποστράτηγου Χουσείν Σαλαμί τον Αύγουστο του 2022, σχετικά με την καταστροφή του Ισραήλ. Ο ίδιος, στην τοποθέτησή του αυτή, είχε υποβαθμίσει τον ρόλο των μη επανδρωμένων εναέριων οχημάτων και των πυραυλικών επιθέσεων, παροτρύνοντας τις παραστρατιωτικές και παλαιστινιακές ένοπλες οργανώσεις στον Λίβανο να στραφούν προς τη διεξαγωγή ειδικών χερσαίων επιχειρήσεων στη λογική του αστικού ανταρτοπόλεμου εντός του Ισραήλ.
Σύμφωνα με την άποψη της Τεχεράνης, οι επιχειρήσεις αυτού του τύπου θα μπορούσαν να προκαλέσουν συνθήκες χάους εντός του Ισραήλ, υπονομεύοντας τη λειτουργία του κράτους και προκαλώντας αποσταθεροποίηση σε στρατιωτικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο, με τελικό αντικειμενικό σκοπό την τελική καταστροφή. Στη διάσταση λοιπόν αυτή, η τρομοκρατική εισβολή στο έδαφος του Ισραήλ από τη Χαμάς εμπεριέχει σημαντικά στοιχεία ιρανικής έμπνευσης ως προς την επιδίωξη καταστροφής τους Ισραήλ.
3-. Σε συνέχεια του παραπάνω ιρανικού σκεπτικού, οι ηγέτες της Χαμάς «ποντάρισαν» και στο ενδεχόμενο εμπλοκής τόσο άλλων παλαιστινιακών παραστρατιωτικών οργανώσεων, όσο και του λεγόμενου «Άξονα της Αντίστασης». Πρόκειται για όρο που χρησιμοποιεί η ιρανική ηγεσία, περιγράφοντας το σύστημα των συμπαθούντων προς αυτήν, κρατών, κρατικών μορφωμάτων, αλλά και ένοπλων οργανώσεων.
Όπως γίνεται αντιληπτό, η εξωθεσμική αυτή συμμαχία του Ιράν περιλαμβάνει την κυβέρνηση του Μπασάρ Αλ Άσαντ στη Συρία, την οργάνωση Χεμπολάχ, το ένοπλο κίνημα των Χούθι στην Υεμένη, αλλά και πολλές άλλες ένοπλες οργανώσεις που δρουν στη Συρία, στα παλαιστινιακά εδάφη, αλλά και σε χώρες, όπως, το Ιράκ και το Μπαχρέιν και τις οποίες υποστηρίζει η Τεχεράνη σε πολιτικό, οικονομικό και αμυντικό επίπεδο.
Η περικύκλωση του Ισραήλ αποτελεί ουσιαστική επιδίωξη της Τεχεράνης, ενώ η γεωπολιτική διάσταση μιας εκτεταμένης αποσταθεροποίησης θα μπορούσε να επεκταθεί σύμφωνα με τους σχεδιασμούς ηγετικών κύκλων του Ιράν σε παράκτιες περιοχές της Ερυθράς Θάλασσας, του Κόλπου του Άντεν, αλλά και της Αραβικής Θάλασσας, προκαλώντας την αναγκαστική εμπλοκή και της Σαουδικής Αραβίας.
To γεγονός ότι η Χαμάς επέλεξε να κάνει την τρομοκρατική ενέργεια στην επέτειο του Πολέμου του Γιομ Κιπούρ (1973) δίνει συμβολικά έμφαση στην πεποίθηση της ηγεσίας της, ότι θα μπορούσε να λάβει ισχυρή υποστήριξη από το εξωτερικό κατά του Ισραήλ, με έμφαση στον Αραβικό Κόσμο.
Γεωπολιτική: Σημειώσεις Διπλωματικού Ενδιαφέροντος
Η Σαουδική Αραβία και το Κατάρ
Οι ανακοινώσεις που εξέδωσαν η Σαουδική Αραβία και το Κατάρ κατηγορώντας το Ισραήλ για την αιματηρή εισβολή των τρομοκρατών της Χαμάς, επιβεβαίωσαν έναν κεντρικό αντικειμενικό σκοπό των ηγετικών πυρήνων της αναφερόμενης τρομοκρατικής οργάνωσης.
Τα προηγούμενα πολεμικά περιστατικά κλιμάκωσης αποδεικνύουν ότι όποτε βρίσκεται στο προσκήνιο μία παλαιστινιακή κρίση, είναι διπλωματικά και πολιτικά αδύνατο για το Ριάντ να προχωρήσει σε ρήξη με τις αραβικές χώρες, ενώ η στάση αυτή, επιβεβαιώνεται πολύ δε περισσότερο για το Κατάρ. Σε περιόδους πολεμικής κρίσης, και ευρύτερα στη μεσανατολική περιοχή, κυριαρχούν οι φωνές των ακραίων ισλαμιστών απέναντι στις πιο μετριοπαθείς τοποθετήσεις.
Στο σημείο αυτό, γίνονται εκ παραβολής επίκαιρες οι λεγόμενες «Συμφωνίες του Αβραάμ» που προώθησε προσωπικό ο γαμπρός του πρώην προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ και οι οποίες προέβλεπαν αντί της ισλαμικής τρομοκρατίας, την ουσιαστική εμπλοκή του ιδιωτικού επιχειρηματικού κεφαλαίου για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, την αύξηση των εισοδημάτων, αλλά και την κάλυψη των «κενών» στις υποδομές προσφοράς υπηρεσιών σε περιοχές, όπως, η Δυτική Όχθη, αλλά και υπό προϋποθέσεις, η Λωρίδα της Γάζας.
Όπως είναι φυσικό, η ενεργοποίηση ενός τέτοιου αναπτυξιακού πλαισίου θα απομείωνε σημαντικά τον ρόλο οργανώσεων όπως η Χαμάς, καθώς οι τοπικοί παλαιστινιακοί πληθυσμοί μέσω της επιχειρούμενης οικονομικής ανάπτυξης θα είχαν την επιλογή της απεμπλοκής τους από τον μονόδρομο της ισλαμικής τρομοκρατίας, ενώ η ίδια, η τρομοκρατική οργάνωση θα έχανε μεσομακροπρόθεσμα τον ηγετικό της ρόλο. Έτσι, η ηγεσία της, είχε κάθε λόγο να εμποδίσει με τον πιο αιματηρό τρόπο, κάθε προσπάθεια διπλωματικής και οικονομικής προσέγγισης, επιφέροντας ένα καίριο πλήγμα ακραίου ισλαμισμού στον απελευθερωτικό αγώνα των Παλαιστινίων, που έχουν πλέον απωλέσει την υποστήριξη και τη συμπάθεια της διεθνούς κοινής γνώμης.
Το Ιράν και η Σαουδική Αραβία
Το Ιράν (σιίτες) είναι ο μεγαλύτερος ανταγωνιστής της Σαουδικής Αραβίας (σουνίτες) στην περιοχή του Κόλπου, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, σε θρησκευτικό αμυντικό, οικονομικό-ενεργειακό και διπλωματικό επίπεδο. Η προοπτική της αναγνώρισης του Ισραήλ από την Σαουδική Αραβία, είναι δεδομένο ότι θα υποβάθμιζε την επιρροή της Τεχεράνης στην ευρύτερη περιοχή, μέσω της «συμπόρευσης» δύο παραδοσιακών αντιπάλων του Ιράν.
Η Στρατηγική Θεωρία των Παιγνίων (Game Theory) ως προς την ανάλυση συμφερόντων τεκμηριώνει με μαθηματικό τρόπο την στάση του Ιράν.
Η Τεχεράνη εξελίχθηκε διαχρονικά στον μεγαλύτερο δωρητή της Χαμάς, παρέχοντας το 70% της χρηματοδότησης, συμπεριλαμβανομένης και της διάθεσης στρατιωτικής βοήθειας 100 εκατομμυρίων δολαρίων ετησίως, μαζί την παροχή στρατιωτικής εκπαίδευσης, αλλά και ανθρωπιστικής βοήθειας.
Έτσι, η Τεχεράνη κατάφερε να παρασύρει την ηγεσία της Χαμάς στην αιματηρή παγίδα της ακραίας ισλαμικής τρομοκρατίας μέσω της ταύτισης του απελευθερωτικού αγώνα των Παλαιστινίων με την τρομοκρατική δράση π.χ. της τρομοκρατικής οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος. Προς την κατεύθυνση αυτή, το θεοκρατικό ιρανικό καθεστώς έσπευσε να εορτάσει με πυροτεχνήματα (7 Οκτωβρίου) την τρομοκρατική εισβολή στο Ισραήλ, σε μια περίοδο που το ιρανικό καθεστώς δέχεται ισχυρές πιέσεις κοινωνικού εκσυγχρονισμού στο εσωτερικό, ιδίως μετά από τη δολοφονία της Μάχσα Αμίνι από τις υπηρεσίες ασφάλειας τον Σεπτέμβριο του 2022.
Παράλληλα, η Χαμάς υποστηρίζεται οικονομικά και από το Κατάρ, ενώ η οικονομική εξάρτηση της Τουρκίας από το Εμιράτο υπαγορεύει ως ένα βαθμό, και την εκδήλωση της στάσης υποστήριξης της τρομοκρατικής οργάνωσης από τον Τούρκο πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν. Υπό την εξέλιξη των γεγονότων γίνεται αυτονόητο ότι το Ισραήλ θα επιδιώξει την εκρίζωση της Χαμάς από τη Λωρίδα της Γάζας, αλλά και την «αδρανοποίηση» κάθε ικανότητάς της για την πραγματοποίηση τρομοκρατικών επιθέσεων. Από την άλλη μεριά, μεσομακροπρόθεσμα το Ιράν θα βρεθεί αντιμέτωπο με σκληρότερες πιέσεις από τη Δύση, στο σημείο που «πονάει» δηλαδή στην ενίσχυση των διεθνών κυρώσεων για το πυρηνικό του πρόγραμμα.
Η Αίγυπτος, η Ιορδανία, η Παλαιστινιακή Αρχή, η Χεζμπολάχ και ο Αραβικός Κόσμος
Μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, άλλες αραβικές χώρες, όπως η Αίγυπτος και η Ιορδανία δεν βιάστηκαν να υποστηρίξουν την Χαμάς, ενθυμούμενες τον εφιάλτη της αιματηρής τρομοκρατίας της οργάνωσης του Ισλαμικού Κράτους, αλλά και τις ομαλές εμπορικές σχέσεις και την οικονομική συνεργασία που έχουν με το Ισραήλ.
Το ίδιο συνέβη και με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Μπαχρέιν, αλλά και το Μαρόκο. Έτσι, επί τη βάσει των σημερινών εξελίξεων, συνάγεται ότι ένα σενάριο, όπως αυτό του Πολέμου Γιομ Κιπούρ (1973), με κύριο χαρακτηριστικό τη συγκρότηση μιας πολεμικής συμμαχίας των αραβικών χωρών κατά του Ισραήλ διαφαίνεται ως μη ρεαλιστικό να υλοποιηθεί και η αποτροπή του αποτέλεσε τον κύριο λόγο της επίσκεψης του Αμερικανού υπουργού των Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν, πέντε ημέρες μετά από την αιματηρή τρομοκρατική εισβολή της Χαμάς στο Ισραήλ.
Παρά τη στάση υποστήριξης σκληροπυρηνικών ισλαμιστών και κληρικών στις παραπάνω χώρες, οι αραβικές κυβερνήσεις κατά την τρέχουσα περίοδο επέλεξαν να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση, φυσικά πριν αρχίσει το μακελειό μιας χερσαίας στρατιωτικής εισβολής των Ισραηλινών στη Λωρίδα της Γάζας και ενώ το Ισραήλ προχώρησε στο σχηματισμό ολιγομελούς πολεμικής κυβέρνησης εθνικής ενότητας.
Ο Μαχμούτ Αμπάς, πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής υπεραμύνθηκε του δικαιώματος των Παλαιστινίων να αμυνθούν «προσπερνώντας» τη θανάσιμη παγίδα τρομοκρατίας που του έστησε η Χαμάς και αφήνοντας να εννοηθεί ότι στρέφεται προς τη Ρωσία, με ρωσικά ΜΜΕ να μεταδίδουν (12 Οκτωβρίου) ότι επίκειται συνάντησή του με τον πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν. Μία τέτοια εξέλιξη, θα υπερτονίσει τη σημερινή διαχωριστική γραμμή μεταξύ της μετασοβιετικής Ρωσίας και της Δύσης, ενώ θα επιφέρει μη αντιστρέψιμες συνέπειες στην αντιμετώπιση του Παλαιστινιακού Προβλήματος από τις δυτικές κυβερνήσεις, καθώς η Χεζμπολάχ του Λιβάνου ανέλαβε από την αρχή της κρίσης, μία αποστολή αποσταθεροποίησης των βορείων συνόρων του Ισραήλ.
«Σύγχυση» στις ΗΠΑ
Σε πρώτο επίπεδο, ενδιαφέρον παρουσίασε η στάση των αμερικανικών υπηρεσιών ασφαλείας και πληροφοριών οι οποίες αρχικά ανέφεραν ότι δεν είχαν πληροφόρηση σχετικά με τα τεκταινόμενα της πολεμικής προετοιμασίας στη Γάζα. Στην εξέλιξη της κατάστασης, έγινε γνωστό στην Ουάσινγκτον ότι η προκαταρκτική έρευνα που έγινε δεν εντόπισε κάποιον ενεργό ρόλο από το Ιράν στην προετοιμασία της τρομοκρατικής εισβολής στο Ισραήλ.
Το συμπέρασμα αυτό, χαρακτηρίζεται κατ’ ελάχιστον ως παράδοξο, καθώς διαφορετικές πηγές πληροφόρησης και ανάλυσης των γεγονότων συγκλίνουν στο λογικά δομημένο συμπέρασμα για τον ρόλο του Ιράν και τη στρατηγική, τακτική και επιχειρησιακή υποστήριξη που παρείχε η Τεχεράνη.
Η οξεία πολιτική αντιπαράθεση μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων, αλλά και το πρόβλημα της έλλειψης ρεπουμπλικανικής ηγεσίας στη Βουλή των Αντιπροσώπων (προεδρείο του σώματος) καθιστούν πιο δύσκολη την κατάσταση για τις ΗΠΑ αναφορικά με τη λήψη κοινοβουλευτικών αποφάσεων για την αποστολή στρατιωτικής βοήθειας, αλλά και την περαιτέρω παροχή βοήθειας στο Ισραήλ με τους Ρεπουμπλικάνους να τάσσονται υπέρ της λήψης μέτρων για την «αδρανοποίηση» της Χαμάς, ενώ κάποια μέλη της αριστερής πτέρυγας των Δημοκρατικών να υποστηρίζουν τους σκληροπυρηνικούς ισλαμιστές Παλαιστίνιους, συγχέοντας την ακραία ισλαμική τρομοκρατία με τον αγώνα για την επίλυση του Παλαιστινιακού Προβλήματος.
Από τη μεριά του, ο Ντόναλντ Τραμπ δεν έχασε την ευκαιρία να ασκήσει κριτική στον Μπενιαμίν Νετανιάχου, να χαρακτηρίσει ως «πολύ έξυπνη» την Χεζμπολάχ, κάνοντας αναφορά και στις κινήσεις του για τη μεταφορά της πρωτεύουσας του Ισραήλ στην Ιερουσαλήμ, αλλά και στις Συμφωνίες του Αβραάμ που εξομάλυναν διπλωματικά τις σχέσεις του Ισραήλ με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Μπαχρέιν.
Ωστόσο, ο Τζον Μπόλτον, ο 27ος Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας των Ηνωμένων Πολιτειών από το 2018 έως το 2019 επί προεδρίας Τραμπ, υποστήριξε σε μία συνέντευξή του στο CNN (12 Οκτωβρίου) ότι τόσο οι αμερικανικές όσο και οι ισραηλινές υπηρεσίες πληροφοριών και ασφάλειας, απέτυχαν στον προληπτικό εντοπισμό των τρομοκρατικών σχεδίων της Χαμάς.
Οι ΗΠΑ παρέχουν αμυντική βοήθεια 3 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως στο Ισραήλ, ενώ το οικονομικό ύψος της βοήθειας αυτής, αναμένεται ότι θα αυξηθεί μόλις αποκατασταθεί η κοινοβουλευτική σταθερότητα με την εκλογή Ρεπουμπλικάνου προέδρου, στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Τουρκία-ΗΠΑ: O σουνίτης Ερντογάν
Οι σουνιτικοί δεσμοί του προέδρου Ερντογάν με τη Χαμάς είναι γνωστοί εδώ και πολύ καιρό, όπως και το «καταφύγιο» που βρήκαν στην Τουρκία, μέλη του ηγετικού πυρήνα της αναφερόμενης τρομοκρατικής οργάνωσης. Η αιματηρή πολεμική περιπέτεια με την τρομοκρατική εισβολή στο Ισραήλ, οδήγησε τον Τούρκο πρόεδρο να αποκαλύψει για ακόμη μια φορά τον πραγματικό εαυτό του και να στραφεί κατά των ΗΠΑ, καθώς μετά από τη δικαστική περιπέτεια του γερουσιαστή Μπομπ Μενέντεζ, η Τουρκία ενδιαφέρεται άμεσα για να τινάξει στον αέρα την ενεργειακή σύμπραξη μεταξύ της Ελλάδας, της Κύπρου, του Ισραήλ και της Τουρκίας.
Ο ίδιος, δεν δίστασε να κατηγορήσει ανοιχτά την Ουάσινγκτον για την αποστολή του αμερικανικού αεροπλανοφόρου USS Gerald R. Ford, και των πλοίων συνοδείας του στα ανοιχτά του Ισραήλ, υποστηρίζοντας ότι η αμερικανική ναυτική μοίρα (που είναι σχεδόν δεδομένο ότι θα ενισχυθεί και από δεύτερο αεροπλανοφόρο) θα αιματοκυλίσει την Λωρίδα της Γάζας.
Ούτε κουβέντα από την «στρογγυλεμένη» δήλωση του Ερντογάν για τη σφαγή της 7ης Οκτωβρίου στο Ισραήλ, καθώς σύμφωνα με τη συμφεροντολογική θεώρηση του Ερντογάν, το PKK είναι τρομοκρατική οργάνωση, ενώ η Χαμάς όχι. Αμέσως μετά τις ΗΠΑ, ο Ερντογάν στράφηκε και κατά του Ισραήλ, κατηγορώντας το ότι δεν συμπεριφέρεται ως κράτος, αλλά ως οργάνωση.
Έτσι, σε αντίθεση με το θετικό (θεωρητικά) κλίμα που είχε διαμορφωθεί κατά το πρόσφατο χρονικό διάστημα για την προσέγγιση Ισραήλ-Τουρκίας, ο Ερντογάν, αλλά και στελέχη της κυβέρνησης του, όπως και εθνικιστικών κύκλων, αλλά και η αντιπολίτευση στην Τουρκία τάχθηκαν υπέρ της Χαμάς, τερματίζοντας με αμετάβλητο τρόπο την οποιαδήποτε προσπάθεια προσέγγισης με το Ισραήλ.
Η ευκολία με την οποία ο Τούρκος πρόεδρος αλλάζει τις θέσεις του, ακόμη και μέσα σε λίγες ώρες θα πρέπει να απασχολήσει την Αθήνα στο πλαίσιο ενεργοποίησης ενός διαλόγου υψηλού επιπέδου με την Άγκυρα.
Είναι προφανές ότι και στην περίπτωση της αιματηρής εισβολής των τρομοκρατών –όπως διαφάνηκε από σχετικά βίντεο με την υποστήριξη και του Ισλαμικού Κράτους- στο Ισραήλ, ο Ερντογάν έκανε την επιλογή του, κινούμενος σε πλήρη αντίθεση τόσο με το Ισραήλ, όσο και με το σύνολο της Δύσης, ενώ η διαχωριστική γραμμή της Τουρκίας με τη Δύση θα υπερτονιστεί ανάλογα με το μέγεθος της ανθρωπιστικής καταστροφής στη Λωρίδα της Γάζας.